Για ένα πουκάμισο αδειανό ή μια μαντίλα

Στο αεροπλάνο για Βενετία μέσω Ιστανμπούλ δίπλα μου κάθισε μια Αράβισσα με το παιδί της, ήταν ολόκληρη καλυμμένη με αυτό το μαύρο πέπλο -νικάμπ νομίζω το λένε- μόλις κάθισε έβγαλε ένα μικρότερο αξεσουάρ σα φερετζέ που κάλυπτε το στόμα της έτσι όλο το πρόσωπο της ήταν ανοικτό. Ήταν ένα ευχάριστο πρόσωπο Αράβισσας με δυο μεγάλα γλυκά, τεμπέλικα μάτια και γεμάτο στόμα, αρκετά βαμμένη, δίπλα της ένα πανέμορφο κοριτσάκι- κατσικάκι μελαχρινό λεπτό και αεικίνητο ντυμένο με προσοχή και γούστο. Ο σύζυγος μικροκαμωμένος και αυτός με ένα πράο σχεδόν καλοκάγαθο ύφος καθόταν στην διπλανή θέση μετά το διάδρομο.  
Τα τρία χρόνια που έζησα στην Κωνσταντινούπολη με μάθανε να αγαπώ τους μουσουλμάνους με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους, και παρόλο που δεν είναι όλοι και παντού ίδιοι μου δημιουργεί –σε αντίθεση με το φόβο που αυξάνεται ανησυχητικά στην Ευρώπη- μια αίσθηση ασφάλειας μια μουσουλμανική οικογένεια δίπλα μου. Υπάρχει μια γλυκιά θαλπωρή και βεβαιότητα, η βεβαιότητα των καθορισμένων ρόλων που δημιουργεί χώρο για ένα μοναδικό είδος ελευθερίας, οικειότητας και αλληλεγγύης μέσα στα καθορισμένα όρια των όμοιων τάξεων και ιεραρχιών. Οι γυναίκες του Ισλαμικού κόσμου έχουν εγκαθιδρύσει μεταξύ τους στενούς δεσμούς και δίκτυα αλληλοβοήθειας, αν δώσεις χώρο μπορούν να περιλάβουν και μια ξένη μέσα σε αυτά και εγώ πολλές φορές το βίωσα. Ο Ρίτσαρντ Σένετ στην Τυραννία της οικειότητας αναφέρεται εκτενώς στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες του μπαρόκ, όπου η τήρηση ενός αυστηρού ενδυματολογικού κώδικα εκ μέρους των αριστοκρατών αφενός και των λαϊκών αφετέρου, δημιουργούσε μία ελευθερία και μία ασφάλεια του συναγελάζεσθαι μεταξύ των μελών των αντίστοιχων ομάδων οι οποίες αλληλο-αναγνωρίζονταν χάρη σε αυτόν τον κώδικα –για να κάνουμε μια αναφορά στην αντίστοιχη δυτική παράδοση.
Άρχισα λοιπόν τα χαμόγελα και τα νεύματα στη μικρούλα, η μητέρα που γρήγορα ένιωσε τη συμπάθειά μου δεν άργησε να μου πιάσει σε σπασμένα αγγλικά την κουβέντα. Πριν περάσω στο περιεχόμενο του διαλόγου να πω εδώ πως οι μουσουλμάνες –τουλάχιστον όσες έχω συναντήσει, και δεν είναι και λίγες- έχουν μεγάλη χαρά να επικοινωνήσουν με τις γυναίκες της Δύσης, θέλουν πολύ να σε γνωρίσουν και συχνά να σου δείξουν πως δεν είναι άλιεν πως πίσω από τη μαντίλα, το νικάμπ ή ό,τι άλλο παραδοσιακό ένδυμα είναι σαν και μας.
Με ρώτησε αν είναι η πρώτη φορά που πηγαίνω στην Βενετία, της είπα ναι, και μου είπε πως και κείνη, πάει πρώτη φορά εκεί διακοπές και ήταν πολύ χαρούμενη που θα έβλεπε αυτή την πόλη, ήταν από το Μπαχρέιν, μια χώρα στον κόλπο.
Η μικρούλα είχε αποκοιμηθεί απλώνοντας τα ποδαράκια της στο κάθισμά μου και γω είχα αποκοιμηθεί από την άλλη πλευρά στο παράθυρο. Η μητέρα της μας πρόσεχε και τις δυο στοργικά την κόρη της και εμένα (κοτζαμάν γαϊδάρα), ένιωσα να είμαι κάτω από δυο φτερά: ήθελα νερό; Δεν προλάβαινα να νεύσω και είχε φωνάξει την αεροσυνοδό, με σκέπαζε, μου έπαιρνε τον άδειο δίσκο … μικρά πράγματα τρυφερής φροντίδας. Το ξέρω πως αυτά μπορούν να διαβαστούν ως αρνητικά, ότι πολλοί θα πουν ότι οι μουσουλμάνες εκπαιδεύονται για να υπηρετούν την οικογένεια, πως η υπερπροστασία φανερώνει την αδυναμία τους να χειραφετηθούν … και άλλα τέτοια, όμως εγώ δεν ήμουν οικογένειά της, δε μιλάω καν την ίδια γλώσσα. Το ξέρω πως η δικιά μου ανεξαρτησία θα φαίνεται σε πολλές σαν εκείνη κενή νοήματος, όμως να πόσο ωραία μπορούμε να συνυπάρχουμε και να γνωριζόμαστε στην αναπόφευκτη συνθήκη της πτήσης, χωρίς να μετέχουμε σε κανένα αξιακό σύστημα, στο λίμπο του αέρα, του χώρου και του χρόνου. Το αεροπλάνο είχε πλέον προσγειωθεί· η συνοδοιπόρισσά μου ανανέωσε διακριτικά το κραγιόν της με αργές κινήσεις, το αεροπλάνο άδειασε, μόνο εμείς είχαμε μείνει … Εγώ, η μικρούλα, η μαμά της και από την άλλη πλευρά ο σύζυγος και ένας Ιταλός παγιδευμένος δίπλα του. Κοιταχτήκαμε με τον Ιταλό για μια στιγμή με απορία … Ο σύζυγος και η μικρή κοιμόντουσαν και η μαμά τούς κοιτούσε με τρυφερότητα, δεν ήθελε να τους ξυπνήσει … διακριτικά της ένευσα πως είναι πλέον ώρα και κείνη απαλά τους ξύπνησε, ο σύζυγος της χαμογέλασε τρυφερά, τελευταίοι βγήκαμε εγώ και ο Ιταλός μαγεμένοι από την ανατολίτικη ραστώνη.
Ένα μαντίλι στο κεφάλι, είναι ένα μαντίλι, βγαίνει και μπαίνει εύκολα, όπως ο φερετζές που βγήκε, για να ξαναμπεί και να ξαναβγεί ανάλογα πώς βολεύει, ένα ένδυμα είναι, δεν είναι κάνα κρυφό όπλο μαζικής καταστροφής ούτε καμιά βαριά αλυσίδα σκλαβιάς, μερικά μυαλά όμως είναι δεμένα, καλυμμένα με πέπλα βαριά που δεν σηκώνονται με τίποτα. Μήπως δεν έγιναν τόσοι πόλεμοι για τέτοια ενδύματα, για «πουκάμισα αδειανά»;
Η προγιαγιά μου πριν πεθάνει είχε αφήσει σαφείς οδηγίες για την ταφή της, ακόμη και το κεφαλομάντιλο που έπρεπε να τις φορέσουν περίμενε διπλωμένο τακτικά σε ένα συρτάρι.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s